Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

Bourbon, φυσαρμόνικα και χώμα στα μαλλιά.


Πήρα το τρένο που λες χτες και ταξίδεψα μέχρι τη Νέα Ορλεάνη, εκεί που συνήθιζα να πηγαίνω με τον Bobby στην προηγούμενή μου ζωή. Τα ναύλα ήταν εξευτελιστικά φτηνά, αλλά αυτό είναι λογικό, συνυπολογίζοντας το γεγονός ότι έχουν περάσει τέσσερις δεκαετίες από τότε. Φορούσα τη βρώμικη μπαντάνα μου κατά τη διάρκεια της διαδρομής, ως συνήθως, έπαιζα φυσαρμόνικα και ο Bobby τραγουδούσε βραχνά την ψυχή του στην κλίμακα των blues. Οι γαλλικές συνοικίες δεν έμοιαζαν ποτέ πιο μίζερες και πιο όμορφες. Το ίδιο κι εμείς.
Αν και ήμουν φτιαγμένος και δεν καταλάβαινα πολλά, το άρωμα του ονείρου στη γειτονιά που μαγείρευε τα παντζάρια του ο Tom Robins ήταν λυτρωτικό. Σε αυτή τη διασταύρωση η μπόχα είναι τόσο έντονη από τα κόπρανα των ζώων και τις αναπνοές των θαμώνων, που τα μάτια σου δακρύζουν στην πρώτη τζούρα που θα πάρεις μύτη. Τη στιγμή λοιπόν που περνάς έξω από το εργαστήρι, διαπιστώνεις πόσο σημαντική είναι η αίσθηση της όσφρησης, πόσο καταλυτική η μαγειρική ενός θείου αρώματος και πόσες ώρες χρειάζεσαι μετά για να συνηθίσεις και πάλι την αίσθηση του οξυγόνου στα ρουθούνια σου. Εκτός κι αν είσαι τύφλα, όπως εγώ. Από αυτή τη διασταύρωση περνάνε όλες οι μνημόσυνες ακολουθίες και πάνω σε αυτή χρίζονται με προσευχές και ξόρκια οι νέοι φορείς των μυστηρίων. Σε μια τέτοια τελετή έμαθα να παίζω φυσαρμόνικα.
Τριγυρνώντας τα σοκάκια, συνειδητοποίησα ότι μπορώ να μιλήσω γαλλικά. Ο Bobby δυσκολευόταν, οπότε άφησε τα νταλαβέρια σε μένα. Για ένα περίεργο λόγο όλοι μιλούσαν γαλλικά. Για να είμαι ειλικρινής, δεν θυμάμαι τον αρχικό λόγο που πήγαμε εκεί, αλλά, όπως προανέφερα, ήμασταν φτιαγμένοι. Το θέμα είναι ότι καταλήξαμε σε ένα καπηλειό να πίνουμε bourbon και να τρώμε ελιές, την ίδια στιγμή που ο ιδιοκτήτης, ένας αρχοντάνθρωπος με ναυτική ένδυση, αποφάσισε να μας ανεβάσει στη σκηνή για να παίξουμε μουσική. Εγώ του είπα ότι ο φίλος μου μπορεί να τραγουδήσει μόνο στα αγγλικά, οπότε αυτός αντιπρότεινε να τραγουδήσω εγώ. Έδωσα τη φυσαρμόνικα στον Bobby, εκείνος στράβωσε (με τα δίκια του) και ξεκινήσαμε. Μέσα σε λίγα λεπτά το καπηλειό είχε γεμίσει με ντόπιους, ζώα που πέρναγαν μετά την αφόδευσή τους στη διασταύρωση, μάγισσες με ένα μάτι, τα μέλη ενός περιπλανώμενου, θεατρικού θιάσου, μια κουκουβάγια που έκλεινε το μάτι στον Bobby και μια γριά ζητιάνα που τριβόταν στον αρχοντάνθρωπο ιδιοκτήτη και του ζήταγε να μπει μέσα της. Εκείνος φυσικά δεν έκανε ποτέ κάτι τέτοιο, μιας και είναι κατανοητό πως αν έλεγε ναι, η γριά δεν θα άντεχε λόγω ηλικίας. Ήταν κύριος, καταλαβαίνεις. Ο Bobby πάλι ενέδωσε αργότερα στην κουκουβάγια.
Κάπου εκεί έπιασε μπόρα και καθάρισε επιτέλους το μαλλί μου από το χώμα και τον ιδρώτα. Ο Bobby ήταν απασχολημένος, οπότε του πήρα τη φυσαρμόνικα και έκανα μια γύρα μόνος μου μέσα στην καταποντισμένη Ορλεάνη της άλλης πλευράς του Ατλαντικού. Ήταν μια καλή ευκαιρία να σκεφτώ, να παίξω μουσική για μένα και να πιω λίγο παραπάνω bourbon – άλλωστε, που θα έβρισκα τόσο καλό όταν θα επέστρεφα;
Είναι ευλογία που η Νέα Ορλεάνη βρίσκεται κοντά στο πατρικό μου. Μπορώ και πηγαίνω όποτε θέλω κάθε φορά που έρχομαι να δω τους δικούς μου. Είναι ακριβώς πέρα από το λιμάνι και πίσω από το βουνό, μετά το πάρκο με το γυμναστήριο για τα παιδιά και δύο νότες από blues μακριά από την εργατική ζώνη. Εκεί που μεγάλωσα μπορεί να μην άκουγα ποτέ μουσική, στο όριο όμως ανάμεσα στο πατρικό μου και στο ταξίδι για την προηγούμενη ζωή στη Νέα Ορλεάνη έπαιζαν όλοι τρομπέτα και φυσαρμόνικα, είχαν χορωδίες και έκαναν μάγια στα τρίστρατα για την Εκάτη. Μάλλον για αυτό και μπορώ να φτάνω εύκολα εκεί. Παίζοντας μερικά τρίηχα για να βηματίζω γοργά.
Η σκέψη είχε ξεφύγει και το bourbon τελείωνε. Ευτυχώς είχα φλασκί στις μπότες, δεν μου αρέσει να ξεμένω από αλκοόλ. Από αλκοόλ και νότες πιο συγκεκριμένα. Καλά, από αλκοόλ, νότες και χώμα στα μαλλιά μου. Αν δεν έχω ένα από όλα αυτά, δεν θέλω να έχω τίποτα. Χτες τα είχα όλα. Μέχρι και που υπήρχαν στιγμές ευδαιμονίας.
Όταν επέστρεψα, ήταν ήδη αργά και έπρεπε να πάω για ύπνο. Το περπάτημα και η σκέψη με είχαν εξαντλήσει. Στέγνωσα τα μαλλιά μου, έβαλα τη μπαντάνα μου για πλύσιμο, έκρυψα τη φυσαρμόνικα στο παιδικό μου δωμάτιο και ξάπλωσα. Σκεφτόμουν πως δεν αποχαιρέτησα τον Bobby και μου κακοφάνηκε. Μετά σκέφτηκα πως με την πρώτη ευκαιρία θα τον ξαναδώ, οπότε οι τύψεις στη συνείδησή μου έφυγαν μονομιάς, όπως και το bourbon στο φλασκί. Το κρύο έχει ήδη φτάσει στην Αθήνα για τα καλά, αλλά ευτυχώς η υγρασία της Νέας Ορλεάνης ήταν χειρότερη και δεν χρειάστηκε να ανάψω τη θέρμανση. Έκανα μάταιες προσπάθειες να σκεφτώ τι θα έκανα σήμερα, αλλά κατέληξα να δω τρεις ταινίες back-to-back για να περάσει η ώρα και να κατεβάσω τρεις καφέδες για να μείνω ξύπνιος. Τελικά, θα μπορούσα να κοιμάμαι όλη μέρα και δεν θα είχε καμία διαφορά. Αύριο λέω να πεταχτώ και πάλι μέχρι το καπηλειό. Μου έλειψαν το bourbon, οι μυρωδιές και το χώμα στα μαλλιά μου. Άσε που χτες δεν πρόλαβα να χαιρετήσω τον κόσμο, έφυγα τσάρκα μαζί με την βροχή.
Bobby κοιμάσαι; Τι κάνεις αύριο;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου